Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Η Γυναίκα από τη Ζυρίχη (Ολόκληρο το Διήγημα)

Με αυτό το διήγημα συμμετείχα στον 1ο Διαγωνισμό της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας και των εκδόσεων Άπαρσις. Η Γυναίκα από τη Ζυρίχη, είναι ένα εκ των δεκαπέντε διηγημάτων που ξεχώρισαν, και εκδόθηκε στον συλλογικό τόμο "15 Σφαίρες αναζητούν Θύματα" (Άπαρσις). Ακολουθεί το πρώτο μέρος του διηγήματος.


Πάνος Ιωαννίδης- Η Γυναίκα από τη Ζυρίχη 


   Παρά τη δυνατή βροχή που έπεφτε από το πρωί, η Piazza del Popolo διατηρούσε τη γοητεία της. Κοιτούσε από το γραφείο την κίνηση τρεις ορόφους πιο κάτω. Τα γεμάτα λεωφορεία που περνούσαν προς το Trastevere, τον  κόσμο που έμπαινε στο μετρό από τις ουλές του εδάφους, τις δυο γραμμές του τραμ που αγαπούσε περισσότερο, το 9 και το 22 και έφταναν μέχρι τις μακρινές καμπύλες της πόλης. Πριν λίγο είχε γυρίσει από το μεσημεριανό διάλειμμα. Μπολονέζα, πίτσα και καφές σε κάποιο από τα μυστικά στενά που αγκάλιαζαν την πλατεία σαν χορδές σπασμένης άρπας. Στο διπλανό τραπέζι, δύο μεσόκοπες λατέρνες γκρίνιαζαν στα ελληνικά για τον καιρό που τους χαλούσε το τριήμερο, του θύμισαν για λίγο την πατρίδα.
   Κρατούσε το γραφείο περιμένοντας πελάτες που θα απέφυγαν για ένα διάστημα την Cosmopolis, μετά από το πρόβλημα που προέκυψε με την αποκάλυψη, για τις μίζες που έπαιρναν υπουργοί από προμηθευτές δημοσίων έργων. Τα μέσα ενημέρωσης έριξαν την ευθύνη στην εταιρία, κατηγορώντας την για παραπληροφόρηση της κοινής γνώμης με ιδιαίτερη επιτυχία, σε βαθμό να πέσει η ζήτηση ακόμη και για παρακολουθήσεις που παραγγελλόταν από κερατάδες, πραγματικούς ή κατά φαντασία. Ο signore Aurellio για να καλύψει τη χασούρα έδρασε άμεσα, βάζοντας στο παιχνίδι μερικούς έμπιστους grossisti της διαφήμισης, οι οποίοι πρόβαλλαν τη νέα φίρμα Riflessione, ενώ σκόρπιζε τους πιο καλούς του μυστικούς ντετέκτιβ στα τέσσερα νέα γραφεία. Του έλαχε το μοναδικό μοναχικό πόστο, λόγω σπουδών, καθώς ήταν δυο βήματα η Galeria Borgese, και μερικά τσιγάρα δρόμος πιο κάτω το Castelo San Angelo και τόσα άλλα.
   Ωστόσο, δεν ήταν σύμφωνος με αυτή την στρατηγική, άποψη που είχε εκφράσει και στην άτυπη συνέλευση. Τα μυστικά της αγοράς ίσως κρατάνε όσο τα θαύματα, του απάντησε ο προϊστάμενος τους, όμως στον επερχόμενο οικονομικό κύκλο, το αγαθό με τη μεγαλύτερη ζήτηση θα είναι το χρήμα. Το γραφείο έπρεπε να είναι έτοιμο, να αντιμετωπίσει κάθε διαταραχή λοιπόν. Σύμφωνα με το πλάνο, οι πιο δύσκολες υποθέσεις στελνόταν στα κεντρικά, και μετά την επιτυχή έκβαση τους ο πελάτης ενημερωνόταν για την εμπλοκή της Cosmopolis. Μετά από ένα εύλογο χρονικό διάστημα, θα επέστρεφαν στη μαμά εταιρία, μέσω μιας υποτιθέμενης εξαγοράς. Έκλεινε μήνας σε λίγο και  όλο και όλο, είχε εξιχνιάσει την κλοπή μιας βιντεοκάμερας στο μεγάλο πάρκο της Villa και βρήκε την αρχική παραλήπτρια ενός βραχιολιού, που κατά λάθος είχε καταλήξει στη σύζυγο αντί για την ερωμένη ενός ταξιτζή.
   Εξακολουθούσε να παρατηρεί την κίνηση, όταν χτύπησε το κουδούνι και έσπευσε να ανοίξει πατώντας το κουμπί κάτω από γραφείο του. Ήταν γύρω στα τριανταπέντε, ψηλή με ξανθά μαλλιά και σκούρα μπλε μάτια, λίγο πιο γεμάτη από το κανονικό. Το άρωμα της θύμιζε τη μοναξιά των πευκοβελόνων, το φόρεμα της θα είχε φορεθεί από τη Monique Hennessy στον Χαφιέ, αν γυριζόταν μερικές δεκαετίες αργότερα. Θα μπορούσε να είναι η βασική μορφή στην Άνοιξη του Botticcelli σκέφτηκε, νιώθοντας το αίμα να κυλάει πιο έντονα στις φλέβες του. Θέλησε να της προτείνει να χαθούνε μέσα στη βροχή, ή να γράψουνε ένα ποίημα.  Όμως, τη ρώτησε τυπικά πως μπορούσε να την εξυπηρετήσει.
Λέγομαι Τάνια Μπαρτίτσι. Είμαι Ιταλοελβετίδα, κόρη πρώην βιοτέχνη. Ο πατέρας μου αναγκάστηκε λόγω της κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας, να κλείσει την οικογενειακή επιχείρηση κεραμικών στο Πράτο. Με αυτά τα χρήματα μας σπούδασε με τον αδελφό μου. Η μητέρα μου μας εγκατέλειψε, για να ζήσει τον όψιμο της έρωτα με τον λογιστή μας. Το υπόλοιπο ποσό τοποθετήθηκε σε δύο προθεσμιακούς λογαριασμούς στη Ζυρίχη. Ένα για μένα και ένα για τον Λουίτζι, με τον μπαμπά να είναι ο βασικός δικαιούχος.
Ήπιε λίγο από το νερό που της πρόσφερε. Η ταραχή της έκανε τα μάτια της, να θυμίζουν δίδυμες λίμνες έτοιμες να πλημμυρίσουν.
Τον τελευταίο καιρό, ο πατέρας μου πιέζεται να αγοράσει κρατικά ομόλογα και μετοχές με το σύνολο των χρημάτων. Ή τουλάχιστον, με τα περισσότερα. Έχει ως βασικό σύμβουλο τον Χέλμουτ Χόφμαν, στέλεχος χρηματοπιστωτικής εταιρίας. Του έχει τυφλή εμπιστοσύνη, σε βαθμό να μου τον πλασάρει για σύζυγο. Έχω βάσιμες υποψίες ότι θα πουλήσει τα ομόλογα στη δευτερογενή αγορά, για να πάρει την προμήθεια και στη συνέχεια θα τα αγοράσει φθηνότερα. Θα μας δώσει ψίχουλα, και θα είναι όλα εντάξει.
Για τι ποσό μιλάμε;
Γύρω στα τρία εκατομμύρια ελβετικά φράγκα.
Κάτι παραπάνω από δύο εκατομμύρια ευρώ, υπολόγισε.
Και εγώ, τι θέλετε να κάνω;
Να τον σταματήσετε.
Γιατί δεν ζητάτε να πάρετε τα χρήματα;
Το προτείναμε, αλλά ο πατέρας δεν συμφωνεί. 
Έχετε άλλα περιουσιακά στοιχεία;
Πέρα από το εισόδημα μου ως βρεφονηπιοκόμος στο δημοτικό κατάστημα της Ζυρίχης, όχι. Το πρόβλημα βρίσκεται στον Χόφμαν, όχι σε μας κύριε.
Η τράπεζα ενημερώθηκε για τη συμπεριφορά του;
Ναι, αλλά δεν βρήκαμε ανταπόκριση. Ακόμη και να απομακρυνθεί, ο ίδιος θα έχει το πρόσταγμα. Είναι από τους καλύτερους, καθώς τους φέρνει τα περισσότερα κέρδη.
Ποιο είναι το αδύναμο σημείο του;
Η πρώην δασκάλα του στο δημοτικό. Ουσιαστικά, τον μεγάλωσε και τον σπούδασε αυτή. Προέρχεται από πάμπτωχη οικογένεια, που ζούσε από τα επιδόματα πρόνοιας. Ο πατέρας του σκοτώθηκε σε ανταλλαγή πυροβολισμών, όταν προσπάθησε να ληστέψει μια τράπεζα. Η μάνα του μπαινόβγαινε στα ψυχιατρεία, μέχρι που αυτοκτόνησε. Μένει σε ένα χωρίο έξω από τη Ζυρίχη, κοντά στο αεροδρόμιο.

Είχε να σκοτώσει δύο ώρες μέχρι να ανοίξουν οι τράπεζες. Ψιχάλιζε στη Ζυρίχη, και η νοτισμένη Limmatquai[i] πότιζε την ατμόσφαιρα με όλη τη γοητεία της. Τα καλοκουρδισμένα τραμ κυκλοφορούσαν άδεια, η πόλη ακόμη άνοιγε τα βλέφαρα της. Κάπνισε ένα χρυσό Καρέλια κοιτώντας το ποτάμι να κυλάει, μεταφέροντας τους αμφίσημους αιώνες μιας Ευρώπης που χάνεται.
   Όταν τέλειωσε το πρωινό του και βγήκε από το μικρό καφέ απέναντι από την πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, κόντευε δέκα. Ήθελε να προλάβει τον broker πριν πλακώσει η δουλειά, από τα χρηματιστήρια άλλων ηπείρων. Το πλήθος που ήταν μαζεμένο, έξω από την κεντρική είσοδο της τράπεζας τον ξάφνιασε. Άνοιξε δρόμο, σπρώχνοντας άλλα στοιβαγμένα σώματα, υπνωτισμένα από τις διδαχές της ψυχολογίας της μάζας. Ο Χέλμουτ Χόφμαν, κοίταζε τον κόσμο από το απόλυτο μηδέν, στο οποίο είχε περάσει πριν λίγο. Δεν κυλούσε αίμα από κανένα σημείο του κορμιού του, δεν υπήρχαν ίχνη πάλης πάνω του. Το δεξί του χέρι, μάλλον προσπαθούσε να πιάσει την καρδιά του, όμως από το στόμα του είχε τρέξει αφρώδες υγρό. Απαθανάτισε το μακάβριο θέαμα με το κινητό του, δίχως να γίνει αντιληπτός από το ξαφνιασμένο πλήθος.
  Παρά το μοιραίο γεγονός, δίπλα στον κόσμο, που πλέον παρατηρούσε τους τραυματιοφορείς να συλλέγουν το πτώμα, μια άλλη ομάδα παραπονιόταν σε οργισμένα γερμανικά για την αργοπορία στις λειτουργίες της τράπεζας. Με τα πολλά η πόρτα άνοιξε και οι άνθρωποι ξεχύθηκαν στο κτήριο σαν σμήνος πουλιών σε κυματοθραύστη.
Γεμίσαμε επενδυτές και καταναλωτές, του είπε στα ιταλικά ο πορτιέρης της τράπεζας κλείνοντας του το μάτι.

   Έπρεπε άμεσα να ενημερώσει τα κεντρικά, καθώς ο βασικός στόχος ήταν νεκρός και ο ίδιος βρισκόταν στην Ελβετία. Από το ξενοδοχείο τον είχαν πληροφορήσει με sms, για check in μετά τις 2. Γνώριζε ότι στη χειρότερη θα του ζητούσαν να επιστρέψει, και καθώς το μυαλό του καιγόταν από τις στροφές, θυμήθηκε ότι η ψυχομάνα του Χόφμαν έμενε λίγο πιο πάνω.
   Το αεροδρόμιο έσφυζε από κίνηση ως συνήθως. Χρησιμοποίησε το skype για να μιλήσει με το γραφείο, διαλέγοντας τον λογαριασμό Riverboy. Μίλησε με τη Diana, τη δεύτερη τη τάξει γραμματέα του γενικού. Καθώς περίμενε την απάντηση, σχημάτιζε στο μυαλό του απίθανες εκδοχές της υπόθεσης . Σε δέκα λεπτά η απόκριση ήρθε γραπτώς, Πιάσε δωμάτιο στο ξενοδοχείο του αεροδρομίου με διαφορετικό όνομα, και φρόντισε η νοικοκυρά να μην χάσει τα κουζινικά της. Εντολή που σήμαινε πως η Μπαρτίτσι έπρεπε να πάρει τα χρήματα της όπως και να ‘χε το πράγμα.
   Όταν ξύπνησε σουρούπωνε. Το μέρος του αεροδιαδρόμου που φαινόταν από το μακρόστενο παράθυρο του δωματίου του, έδειχνε σαν μια μικρή προέκταση του μαβί ουρανού. Τα λίγα πορτοκαλιά σύννεφα έμοιαζαν από τον δέκατο έβδομο όροφο, με μαδημένες τουλίπες που χαϊδεύουν τα συμμετρικά φτερά των αεροπλάνων. Πριν μπει για μπάνιο, έπνιξε την παρόρμηση να πάρει την πρώτη πτήση ψάχνοντας την άκρη του ουρανού.
   Ντύθηκε και κατέβηκε προς τον υπόγειο, για να πάρει το τρένο για την πόλη. Μπλέχτηκε λίγο με εγκλωβισμένους ταξιδιώτες στα περιθώρια της ανταπόκρισης. Χασομέρησε στην ενδιάμεση ζώνη, ψάχνοντας για στιγμές διαφορετικές, έτοιμες να δοθούν σε έμπειρα βλέμματα. Μέσα στο βαγόνι μια πιτσιρίκα έστελνε μηνύματα στο facebook του φίλου της, που καθόταν απέναντι. I just commented on your profile, τον ενημέρωσε. About the party? τη ρώτησε. No something else.[ii]
   Κατέβηκε στον κεντρικό τερματικό όπως και το πρωί, μόνο που εκείνη την ώρα οι αποβάθρες ησύχαζαν στην ερημιά τους. Έδωσε στον ταξιτζή τη διεύθυνση του αδελφού της Μπαρτίτσι, και αφέθηκε να κοιτάζει τη Ζυρίχη που κατέβαζε τα ρολά. Ήταν όμορφη η πόλη δείχνοντας μέσα στα σκοτάδια της, φωτεινότερα τα σοκάκια, τις στοές και τα νερά της.
   Ήταν μια επταώροφη οικοδομή φυτεμένη παρέα με όμοιες της, σε ένα σχετικά μεγάλο οικοδομικό μπλοκ. Μεταξύ των κτηρίων αναπτύσσονταν στενάχωρες παιδικές χαρές, βρώμικα πάρκα και ανισόπεδες ράμπες για skateboard. Ξαφνιάστηκε όταν άκουσε τη φωνή της από το θυροτηλέφωνο, και ανέβηκε με τα πόδια στον δεύτερο όροφο. Τον περίμενε μια ανοικτή πόρτα και η μελωδία από το Autumn Leaves του Keith Jarrett, που δυνάμωνε καθώς πλησίαζε.
Σε περίμενα, του είπε καθισμένη σε μια εκρού μπρεζιέρα με ένα λεπτό τσιγάρο στο χέρι.
Περίμενες να έρθω για να συναντήσω τον αδελφό σου, και σκέφτηκες να τον αντικαταστήσεις;
   Αντί για απάντηση, σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το υπνοδωμάτιο της, βγάζοντας αργά αργά τα ρούχα της. Έμεινε με τα εσώρουχα πριν χαθεί στα βάθη του διαδρόμου λέγοντας, χωρίς να γυρίσει, Θα ντυθώ, να πάμε μια βόλτα. Έπνιξε τον πόθο του, περισσότερο από αμηχανία, παρά από επαγγελματισμό. Εμφανίστηκε σε μερικά λεπτά ντυμένη, με καφέ κοτλέ εφαρμοστό παντελόνι, καρό πουκάμισο και μποτάκια.

   Όταν βγήκαν είχε αρχίσει και πάλι η βροχή. Κατευθύνθηκαν βόρεια, και σε μισή ώρα περίπου έφτασαν σε ένα σκοτεινό χωριό. Σε όλη τη διαδρομή δεν αντάλλαξαν κουβέντα. Κοιτούσε από τον καθρέπτη του συνοδηγού το μισοφωτισμένο τοπίο να χάνεται, λογιζόμενος την πιθανότητα να βρεθεί άνεργος.  Λίγο πιο πέρα είναι η Βαυαρία, συνειδητοποίησε. Το μέρος έμοιαζε με νεκροταφείο ακινήτων, καθώς ελάχιστα κτήρια είχαν φως.
   Μπήκαν στη μοναδική ανοικτή μπυραρία, που λειτουργούσε και ως πανδοχείο. Εκτός από μερικά ζευγάρια που φλυαρούσαν στο μπαρ, υπήρχε μόνο μια παρέα που έπινε ήσυχα σε ένα τραπέζι.
Τους ξέρεις αυτούς εδώ;
Όσο και εσύ.
Και γιατί με έφερες εδώ;
Για αυτόν το λόγο.
   Παρήγγειλαν ουίσκι για εκείνον και βότκα πορτοκάλι για εκείνη. Από τον υπολογιστή του μπαρ και προς τα κρεμασμένα ηχεία, μεταδιδόταν το Wild Ones των Suede.
Κανένα σύννεφο δεν είναι άδειο, του είπε καθώς κοιτούσε τις επιγραφές πάνω από το κεφάλι του μπάρμαν.
Το δύσκολο είναι να βρεις, τι γίνεται πριν τη βροχή, της απάντησε.
Το δύσκολο είναι να μάθεις να ζεις τις στιγμές όταν βρέχει.
Όταν βρέχει, νιώθω πιο άνετα, της είπε.
Γιατί;
Γιατί σχεδόν όλα διακρίνονται στα πρόσωπα. Λίγα πράγματα κρύβει η βροχή. Όπως τα σύνορα τη νύχτα.
Και ψάχνεις πιο εύκολα;
Ή με βρίσκουν πιο εύκολα αυτά που ζητάω.
   Φιλήθηκαν αθόρυβα, δυο φύλλα που σμίγουν στον αγέρα του φθινοπώρου. Έσμιξαν σε ένα από τα λίγα δωμάτια της πανσιόν, ακούγοντας μονάχα τη βροχή που έπεφτε. Όταν ξύπνησε, κόντευε δύο το πρωί. Τα ίχνη από τα φώτα του δρόμου, έπεφταν πάνω στο γυμνό της κορμί. Μια στάλα σάλιου κυλούσε αντίθετα, από το μισάνοιχτο της στόμα προς το αυτί της, αφήνοντας στο κοιμισμένο πρόσωπο της ίχνη ζωής.
   Το πρόσωπο του νεκρού, ήρθε μπροστά του ξαφνικά. Ήταν όμως το πρόσωπο μιας φωτογραφίας; Της φωτογραφίας που του είχε αφήσει η γυναίκα, μετά την πρώτη και μοναδική επίσκεψη της στο γραφείο. Έβγαλε τη φωτογραφία, από το βυθό της εσωτερικής τσέπης του αδιάβροχου του. Έπειτα έψαξε για το κινητό του και αφού το βρήκε, ζούμαρε ώστε να σταθούν δίπλα δίπλα το ψηφιακό και το χάρτινο τεκμήριο.
   Από το δεξί μάγουλο του Χόφμαν, έλειπε στην πρωινή φωτογραφία η χαρακτηριστική κρεατοελιά του. Εστίασε ταυτόχρονα με το μεγεθυντικό φακό στη φωτογραφία.  Η ελιά ήταν στο πρόσωπο του, σημάδι ανεξίτηλο του αίματος. Ζούμαρε ακόμη περισσότερο στη φωτογραφία του κινητού. Μερικά εκατοστά πιο πέρα από το στίγμα που άφηνε στο έδαφος, ο αφρός που έτρεχε από το στόμα του, βρισκόταν μια ψεύτικη ελιά - μάλλον από σφουγγάρι πρώτης ποιότητας, υπέθεσε.
   Χάιδεψε παρατεταμένα το χέρι της, ώστε να ξυπνήσει. Του χάρισε ένα χαμόγελο νεράιδας, κοιτώντας τον στα μάτια. Τη φίλησε απαλά στα χείλη, και της έδειξε τις φωτογραφίες. Αφού γύρισε από το μπάνιο, τις κοίταξε με προσοχή.
Είχε μία κρεατοελιά στο πρόσωπο. Ο μπαμπάς συνεχώς τον πείραζε γι αυτό. Μάλιστα, μια φορά έκανε τη χοντράδα να τον τσιμπήσει εκεί.

 Πήρε αυτός το τιμόνι. Από το 
cd player ακουγόταν το Leaves me Cold των Lush. Οδηγούσε γρήγορα μπαίνοντας στο αντίθετο ρεύμα. Το ξημέρωμα είχε ακόμη δύο περίπου ώρες μπροστά του. Οι κάτοικοι των οικισμών γύρω από το αεροδρόμιο κοιμούνταν ακόμη, ανενόχλητοι από τις απογειώσεις και τις προσγειώσεις, επωφελούμενοι από το πρόσφατο δημοψήφισμα που οι ίδιοι έστησαν.
Μην τρέχεις τόσο πολύ. Αν τους έρθει σήμα από τις κάμερες θα μας σταματήσουν.
Πρέπει να προλάβουμε.
    Παρά τη νύστα και την κούραση, ένας επίμονος άνεμος διαύγειας ξυπνούσε το πνεύμα του. Όταν τον έβρισκαν αυτές οι στιγμές, συνειδητοποιούσε ότι δεν έκανε λανθασμένη επιλογή δραστηριότητας. Πάτησε το γκάζι παρά τη δυνατή βροχή, κάνοντας ευχή οι Ελβετοί μπάτσοι να βρισκόταν ακόμη σε φάση μακαριότητας.

   Ήταν ένα τυπικό αγροτόσπιτο της περιοχής, υπήρχαν εκατοντάδες παρόμοια εκεί γύρω. Στην αυλή παρατασσόταν περιμετρικά ενός σιντριβανιού, λουλούδια και καλοσχηματισμένοι θάμνοι, ενώ στο βάθος υπήρχε ένα εγκαταλελειμμένο σκυλόσπιτο. Η ησυχία που άπλωνε η αύρα του στο χώρο, ήταν αφοπλιστική. Σε λίγη ώρα θα ξημέρωνε.
   Ζυγίζοντας τον λίγο χρόνο που είχανε στη διάθεση τους, σκαρφάλωσε από τη φυλλωσιά στο δεύτερο όροφο. Παραβίασε το μικρό παράθυρο του διαδρόμου και της έριξε την κουρτίνα βοηθώντας την να ανέβει. Καθώς σκαρφάλωνε έχασε το αριστερό της παπούτσι.
   Η νταντά του Χόφμαν, ροχάλιζε ρυθμικά στο δωμάτιο στο βάθος. Ο ίδιος κοιμόταν στη δική του κρεβατοκάμαρα με κλειστή την πόρτα. Την άνοιξε απαλά, και μέχρι να σηκωθεί, του είχε βάλει το σαρανταπεντάρι στο λαιμό.
Αν φωνάξεις σε τελειώνω, του είπε.

   Αφού τέλειωσε με την προσωπική του υγιεινή και η Μπαρτίτσι ετοίμασε καφέ, κάθισαν και οι τρεις στο μικρό δωμάτιο. Δεν μπορούσε να πάρει το βλέμμα του από πάνω της. Την κοιτούσε όπως ο μελλοθάνατος τον εκτελεστή του.
Ποιος ήταν αυτός, που έκανε το νεκρό για λογαριασμό σου; τον ρώτησε στα αγγλικά.
Δεν τον έκανε για λογαριασμό μου.
Τότε για ποιον;
Για την τράπεζα.
Στα πρόσωπα τους είχε σχηματιστεί η αρχέγονη απορία του ανθρώπου μπροστά σε ένα κακό θαύμα. Ο broker ήπιε λίγο από τον καφέ του, λέγοντας, Όπου να ‘ναι θα ξυπνήσει.
Τι εννοείς; Ή τράπεζα; τον ρώτησε η γυναίκα.
Μου πρότειναν να αλλάξω ταυτότητα, να υποστώ αλλαγή των χαρακτηριστικών του προσώπου μου, με πλαστική εγχείρηση και να ξεκινήσω μια καινούρια καριέρα στην Σαγκάη. Τα λεφτά είναι υπερβολικά πολλά για να αρνηθώ.
Πόσα δηλαδή; τον ρώτησε η γυναίκα.
Της έριξε ένα υποτιμητικό βλέμμα, δίχως να απαντήσει.
Και γιατί σε αναγκάζουν να αλλάξεις ταυτότητα;
Γιατί το να ρίξεις την ευθύνη σε έναν νεκρό είναι πολύ ευκολότερο, από το να ψάχνεις για έναν ζωντανό.
Δεν σε καταλαβαίνω, παρενέβη πάλι η Μπαρτίτσι.
Ήπιε μια ακόμη γουλιά καφέ και άναψε τσιγάρο, κρατώντας το με τα δύο του χέρια που έσμιγαν από τις χειροπέδες. Μέχρι τις 12 σήμερα το μεσημέρι, περίπου σαράντα εκατομμύρια ευρώ ορισμένων  καταθετών μας θα χαθούν. Όταν λέω ότι θα χαθούν, εννοώ ότι αυτοί είναι οι χαμένοι περίπου είκοσι άτομα, αν θυμάμαι καλά. Η τράπεζα θα τα παίξει σε ένα στοίχημα, με αντικείμενο την άνοδο του αυστραλιανού δολαρίου. Έχουμε εσωτερική πληροφόρηση ότι το δολάριο θα πέσει. Ως αντάλλαγμα για αυτήν την κίνηση, θα γλιτώσουμε τα ενοίκια για τα πέντε πρώτα χρόνια στα γραφεία μας στη Σανγκάη.
Και τα δικά μου χρήματα;
Και τα δικά σου. Κάποιος ανταγωνιστής ή συνεργάτης μας έχει ανάγκη από ρευστότητα. Εμείς πρέπει να διεισδύσουμε άμεσα στην αγορά της Κίνας. Είναι τόσο απλό. Θα φανεί ως τεχνικό λάθος, ενός νέου στελέχους που ανέλαβε τα καθήκοντα μου, μετά τη δολοφονία μου. Ως λάθος που οφείλεται στην ταραχή και στο άγχος του. Η τράπεζα θα τον απολύσει για τα μάτια του κόσμου, και μάλλον θα τον στείλει κάπου αλλού, όπως  εμένα.
Η γυναίκα σηκώθηκε και του έδωσε ένα ηχηρό χαστούκι. Για λίγο επικράτησε σιγή.

   Ο ντετέκτιβ σηκώθηκε όρθιος. Τον διέταξε να πάει στην ηλικιωμένη γυναίκα και. να της δώσει ένα υπνωτικό με κάποια αφορμή.
Αλλιώς ξέχνα την Σαγκάη.
Όταν επέστρεψε του έδειξε το laptop του. Θα μεταφέρεις τα χρήματα της κυρίας Μπαρτίτσι και του αδελφού της σε δύο νέους λογαριασμούς, σε μια τράπεζα με υποκατάστημα στο αεροδρόμιο. Και αφού τελειώσεις θα το εκτυπώσεις, ώστε να υπάρχουν αποδείξεις. Και γρήγορα, του είπε βάζοντας το πιστόλι στα πλευρά του.
Και αν δεν το κάνω;
Είσαι νεκρός για όλους. Η τράπεζα θα προτιμήσει να ξεχάσει μια πραγματική αυτή τη φορά δολοφονία, για να μη θυμάται κανείς στις επόμενες χρήσεις το σκάνδαλο που θα ξεσπάσει.
Θα την πληρώσει κάποιος υφιστάμενος μου.
Ο ντετέκτιβ αγνόησε το σχόλιο, σταυρώνοντας τα χέρια και περιμένοντας.

Η συναλλαγή ολοκληρώθηκε σε λίγα λεπτά. Αφού πήραν τα παραστατικά, έφυγαν με σκοπό την αναζήτηση της τράπεζας. Καθώς έφευγαν, η Μπαρτίτσι του έδειξε στο κινητό της ότι τον είχε βιντεοσκοπήσει.
Έτσι θα είσαι φρόνιμο παιδί, του υπενθύμισε.
Το πρόσωπο του είχε μυρμηγκιάσει και την κοιτούσε με φθόνο. Σε λίγο όμως, αυτό το πρόσωπο δεν θα υπήρχε.

   Στο δρόμο ξαφνικά για το αεροδρόμιο, πήρε το τιμόνι από τα χέρια του και το έστριψε απότομα σε έναν χωματόδρομο. Τι κάνεις; της φώναξε.
Τον αγκάλιασε σφιχτά από το λαιμό, και φιλήθηκαν εκεί στην άκρη του δρόμου για μερικά ατέλειωτα λεπτά. Η βροχή συνέχισε να πέφτει, ωθώντας μικρούς πολύτιμους λίθους να κυλήσουν για λίγο στο ίδιο ρυάκι.


   Στο αεροδρόμιο της Ζυρίχης σε λίγο θα νύχτωνε. Το  λυκόφως αγκάλιαζε την καθαρή ατμόσφαιρα, που ήταν διάφανη μετά τη δυνατή βροχή. Η γυναίκα σε λίγο πετούσε με τη βραδινή πτήση για Σάο Πάολο. Του είχε ζητήσει να τα παρατήσει όλα και να την ακολουθήσει. Ήταν πολύ αδύναμος για να πει ναι, πολύ μόνος για να μην πει όχι. Η αναγγελία για την πτήση επιστροφής του προς τη Ρώμη, τον έκανε να σηκωθεί από τη θέση του. Η προσδοκία της αναζήτησης στους άγνωστους λειμώνες, του ζέστανε το αίμα. 


[i] Κεντρική οδός που διασχίζει τη Ζυρίχη κατά μήκος του ποταμού Limmat.
[ii] Αγγλικά στο Κείμενο. Μτφ: Μόλις έκανα ένα σχόλιο στο Προφίλ σου/ Για το Πάρτι;/ Όχι, κάτι αλλο.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου