Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

Ποιήματ@ Κάλαντα

Πάνος Ιωαννίδης



Κάλαντα

πυκνό χιονόνερο έπεφτε από το πρωί
όμως οι τρεις μας αλωνίζαμε τις γειτονιές
λέγοντας το ίδιο τραγούδι σε όμοιους ανθρώπους
με διαφορετικό τρόπο
καθώς κάθε στιγμή μέρες που ήταν
έκανε τους ανθρώπους να δείχνουν αλλιώς

ήμασταν ο Σποκ και η Φιφή και εγώ
τρεις άγγελοι πεσμένοι στην πόλη των καλικάντζαρων
που γύρευαν χαρτζιλίκι στα υπόλοιπα μιας ξεπεσμένης συνήθειας

το χιονόνερο έγινε χιόνι όταν το απόγεμα πέρασε το μεσημέρι
βρεθήκαμε πάλι κάτω από το δέντρο που στόλισε ο δήμος
στη μέση της πλατείας και ξεκινήσαμε για το δεύτερο γύρο
τραγουδώντας δυνατά στους έρημους από δώρα δρόμους
πήγαμε σε σπίτια πολλά μα λίγα μας άνοιγαν
καθώς η φωτιά που έκαιγε μέσα τους
πύκνωνε στις άδειες καρδιές των ανθρώπων

στο τελευταίο χτύπησα εγώ το κουδούνι
είχα διώξει τους συντρόφους μου
 λέγοντας πως δίπλα μια γριά δίνει πεντακοσάρικο
τότε την είδα
το ένα μάτι μωβ το κάτω χείλος πρησμένο
και τα σημάδια από τα χέρια του στον λαιμό της
θηλιές θρησκόληπτης σύζευξης στον αστικό κόσμο
τα ήξερα είχα κρυφακούσει τη μαμά
όταν τα έλεγε στο τηλέφωνο με τη θεία Νανά

τη φίλησα στο μάγουλο
της έβαλα ένα γούρι στο πονεμένο χέρι της
μπας και τη φυλάξει ο επόμενος χρόνος
από την κακία του προηγούμενων
όταν την είδα να χαμογελά δάκρυσα

έτρεξα και χάθηκα μέσα στο χιόνι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου